pollinate$62124$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

pollinate$62124$ - translation to ελληνικό

WHEN POLLEN FROM ONE FLOWER POLLINATES THE SAME FLOWER OR OTHER FLOWERS OF THE SAME INDIVIDUAL
Self-pollinating; Self-Fertilization; Self pollinating; Self pollination; Autophilous; Self-pollinate
  • stigma]].

pollinate      
v. γονιμοποιώ άνθος

Ορισμός

cross-pollinate
¦ verb pollinate (a flower or plant) with pollen from another flower or plant.
Derivatives
cross-pollination noun

Βικιπαίδεια

Self-pollination

Self-pollination is a form of pollination in which pollen from the same plant arrives at the stigma of a flower (in flowering plants) or at the ovule (in gymnosperms). There are two types of self-pollination: in autogamy, pollen is transferred to the stigma of the same flower; in geitonogamy, pollen is transferred from the anther of one flower to the stigma of another flower on the same flowering plant, or from microsporangium to ovule within a single (monoecious) gymnosperm. Some plants have mechanisms that ensure autogamy, such as flowers that do not open (cleistogamy), or stamens that move to come into contact with the stigma. The term selfing that is often used as a synonym, is not limited to self-pollination, but also applies to other types of self-fertilization.